- από το reuters.com και την Lisa Jucca
Μετά από την κατάρρευση της Lehman Brothers το Σεπτέμβριο του 2008, η μεγαλύτερη ελβετική τράπεζα άρχισε να παραπαίει. Η UBS, που ήταν τρεις φορές μεγαλύτερη από τη Lehman Brothers από πλευράς περιουσιακών στοιχείων, αναγκάστηκε να καταγράψει ζημιές της τάξης των 50 δισ. δολαρίων κατά τη διάρκεια εκείνης της θυελλώδους περιόδου.
Η παγκόσμια κοινότητα των επενδυτών ανάσανε στις 16 Οκτωβρίου όταν η ελβετική κυβέρνηση διέσωσε τη UBS. Αλλά τους ήταν άγνωστο τότε, ότι η τράπεζα αντιμετώπιζε μία δυνητικά ισοπεδωτική κρίση σε ένα πολύ διαφορετικό επίπεδο.
Μία μέρα μετά τη στήριξή της, κορυφαία διευθυντικά στελέχη της και Ελβετοί νομοθέτες συναντήθηκαν κεκλεισμένων των θυρών στη Νέα Υόρκη με Αμερικανούς αξιωματούχους που διεξήγαγαν ευρεία διερεύνηση σε υπόθεση φοροδιαφυγής που εστιαζόταν στη συγκεκριμένη τράπεζα.
Η αντιπροσωπεία της UBS, καθοδηγούμενη από τη νεοπροσληφθείσα εταιρεία συμβούλων Group General Counsel Markus Diethelm, είχε μαζί της τα αποτελέσματα ενός εσωτερικού ελέγχου για περιπτώσεις φοροδιαφυγής πελατών της, όπως είπαν κάποιοι μέσα από την τράπεζα στο Reuters. Το σχέδιο ήταν απλό: να παραδεχτούν την ενοχή, να τακτοποιήσουν την υπόθεση γρήγορα και να φύγουν.
Όμως, ο Kevin Downing, ο εισαγγελέας του Τμήματος Φοροδιαφυγής του Υπουργείου Δικαιοσύνης των ΗΠΑ που ερευνούσε την υπόθεση της UBS από τα μέσα του 2008, επέλεξε τη συγκεκριμένη συνάντηση για να πετάξει τη βόμβα: ήθελε η τράπεζα να αποκαλύψει ονόματα Αμερικανών φοροφυγάδων, ως βασική προϋπόθεση για το διακανονισμό της υπόθεσης.
Η απαίτηση αυτή έθεσε την τράπεζα στην εφιαλτική θέση του να επιλέξει μεταξύ του να σπάσει έναν αιώνα μυστικότητας των ελβετικών τραπεζών και του να διακινδυνέψει να κατηγορηθεί από τις ΗΠΑ.
«Η UBS βρισκόταν ήδη σε αδύναμη θέση από την πιστωτική κρίση», είπε κάποιος που παρακολούθησε τη συνάντηση και μίλησε στο Reuters με τη συμφωνία να παραμείνει ανώνυμος. «Έγινε ξεκάθαρο στη συνάντηση ότι χωρίς να διευθετηθεί το θέμα των ονομάτων των πελατών, δε θα μπορούσε να γίνει κανένας διακανονισμός».
Από συνεντεύξεις με πρόσωπα μέσα από την τράπεζα και από έρευνα εγγράφων ανακαλύφθηκαν κρυμμένες λεπτομέρειες σχετικά με το πώς τελικά επιλύθηκε αυτή η υπόθεση φοροδιαφυγής. Αναφέρεται χαρακτηριστικά ότι με αρκετά σημεία αυτής της διαδικασίας ασχολήθηκε και η Υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ Χίλλαρυ Κλίντον.
Η αντιμετώπιση αυτής της υπόθεσης έφερε τη UBS πολύ πιο κοντά στο χείλος του γκρεμού από ότι μπορούσε να συνειδητοποιήσει. Και παρότι η τράπεζα τελικά απομάκρυνε τον κίνδυνο πληρώνοντας περίπου 780 εκ. δολάρια και συμφωνώντας να δώσει κάποια ονόματα πελατών της, εντούτοις η ζημιά που έγινε στον τεράστιας γι’ αυτήν σημασίας τρόπο διαχείρισης της περιουσίας των πελατών της επιβάρυνε σημαντικά τη ναυαρχίδα των ελβετικών τραπεζών.
Στους επόμενους μήνες, η νέα ομάδα που έχει αναλάβει το μάνατζμεντ της τράπεζας θα προσπαθήσει να σταθεροποιήσει το συντετριμμένο τμήμα διαχείρισης της περιουσίας των πελατών της, αφού οι σύμβουλοι των πελατών έχουν ενοχληθεί και αποσπούν τους πελάτες από την τράπεζα.
Όλα αυτά με τη σειρά τους ανάγκασαν την τράπεζα να αντιμετωπίσει ένα ευρύτερο ερώτημα σχετικά με την υπόστασή της: τι είναι τελικά η UBS σήμερα? Μία μεγα-τράπεζα με μία τεράστια συγκέντρωση περιουσίας, ή ένας πιο αδύναμος παίκτης που θα πρέπει να προσαρμόζεται στις ανάγκες των πλούσιων πελατών του?
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου