Του ΠΑΥΛΟΥ ΤΣΙΜΑ
O Κέινς έλεγε πως όταν οι οικονομολόγοι κάνουν προβλέψεις για το μέλλον, οι αστρολόγοι και τα ωροσκόπιά τους μοιάζουν ενάρετη επιστήμη. Αλλά η Ελλάδα δεν έχει την πολυτέλεια να γελά με προφητείες που στο μέλλον μπορεί να αποδειχθούν αβάσιμες. Η χώρα πλέει με τον άνεμο των οικονομικών προβλέψεων να φυσά κόντρα. Και διατρέχει τον κίνδυνο οι αναλύσεις περί επικείμενης και αναπόφευκτης χρεοκοπίας της, που διακινούν μαυροντυμένοι αγγελιαφόροι στον διεθνή Τύπο, να εξελιχθούν σε αυτοεκπληρούμενη προφητεία.
Τα μαθηματικά είναι εναντίον μας. Με χαρτί και με μολύβι είναι δύσκολο να αντικρούσει κανείς εκείνους που υπολογίζουν (όπως οι αναλυτές του «Εconomist» και των «Financial Τimes») ότι, ακόμη κι αν οι προσπάθειες περιορισμού του ελλείμματος στεφθούν με επιτυχία, η Ελλάδα θα έχει, μέχρι το 2014, ένα δημόσιο χρέος ύψους 344 δισ. Οτι ο ρυθμός ανάπτυξης της οικονομίας, λόγω και των περικοπών στις δημόσιες δαπάνες, θα είναι έντονα αρνητικός, οδηγώντας σε απώλεια 5 μονάδων του ΑΕΠ, και τα επιτόκια αναχρηματοδότησης του χρέους σταθερά υψηλά. Κι ότι έτσι θα βρεθούμε οσονούπω με ένα δημόσιο χρέος εκτός ελέγχου, που θα ξεπερνά το 150% του ΑΕΠ, ακόμη κι αν έχουμε καταφέρει να μειώσουμε το δημόσιο έλλειμμα στο 3%.
Τα πένθιμα μαθηματικά του ελληνικού χρέους μοιάζουν αδιάψευστα. Αλλά είναι πράγματι; Το παιχνίδι έχει τελειώσει ή μπορούμε ακόμη να το γυρίσουμε; Η μάχη χάθηκε πριν καν δοθεί ή έχουμε ακόμη μια ευκαιρία; Και ποιος μπορεί να είναι, αν υπάρχει, ο αδύναμος κρίκος αυτών των σκοτεινών στατιστικών χρησμών; Η λογική απάντηση είναι...
Τα μαθηματικά είναι εναντίον μας. Με χαρτί και με μολύβι είναι δύσκολο να αντικρούσει κανείς εκείνους που υπολογίζουν (όπως οι αναλυτές του «Εconomist» και των «Financial Τimes») ότι, ακόμη κι αν οι προσπάθειες περιορισμού του ελλείμματος στεφθούν με επιτυχία, η Ελλάδα θα έχει, μέχρι το 2014, ένα δημόσιο χρέος ύψους 344 δισ. Οτι ο ρυθμός ανάπτυξης της οικονομίας, λόγω και των περικοπών στις δημόσιες δαπάνες, θα είναι έντονα αρνητικός, οδηγώντας σε απώλεια 5 μονάδων του ΑΕΠ, και τα επιτόκια αναχρηματοδότησης του χρέους σταθερά υψηλά. Κι ότι έτσι θα βρεθούμε οσονούπω με ένα δημόσιο χρέος εκτός ελέγχου, που θα ξεπερνά το 150% του ΑΕΠ, ακόμη κι αν έχουμε καταφέρει να μειώσουμε το δημόσιο έλλειμμα στο 3%.
Τα πένθιμα μαθηματικά του ελληνικού χρέους μοιάζουν αδιάψευστα. Αλλά είναι πράγματι; Το παιχνίδι έχει τελειώσει ή μπορούμε ακόμη να το γυρίσουμε; Η μάχη χάθηκε πριν καν δοθεί ή έχουμε ακόμη μια ευκαιρία; Και ποιος μπορεί να είναι, αν υπάρχει, ο αδύναμος κρίκος αυτών των σκοτεινών στατιστικών χρησμών; Η λογική απάντηση είναι...
ότι αν κάτι μπορεί να διαψευστεί, αυτό δεν είναι ούτε τα επιτόκια δανεισμού (που δεν είναι στο χέρι μας να ορίζουμε), ούτε ο ρυθμός αύξησης του χρέους, που μεγαλώνει αυτοτροφοδοτούμενο, όπως το πτώμα του Αμεδαίου στην κωμωδία του Ιονέσκο. Αλλά είναι, θεωρητικά, στο χέρι μας να επιταχύνουμε τους ρυθμούς μείωσης του ελλείμματος και να μεταβάλουμε το κοινωνικό και πολιτικό πρόσημο της μείωσης αυτής. Κι είναι, προπάντων, στο χέρι μας να διαψεύσουμε την πρόβλεψη ότι οι ρυθμοί ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας θα είναι, για τα επόμενα πολλά χρόνια, έντονα αρνητικοί, ότι είμαστε καταδικασμένοι να ζήσουμε χρόνια οικονομικού μαρασμού και κοινωνικής αποδιάρθρωσης. Κι αν αυτή η πρόβλεψη διαψευστεί, όλη η εικόνα αλλάζει.
Θεωρητικά, λοιπόν, θα μπορούσε κανείς να υποστηρίξει ότι, σε μια χώρα όπως η Ελλάδα, όπου η αποδοτικότητα των δημοσίων δαπανών έχει μετρηθεί να κινείται κοντά στο 60%, υπάρχουν περιθώρια να γίνουν τεράστιες περικοπές δαπανών χωρίς αρνητικές κοινωνικές και οικονομικές επιπτώσεις. Ότι, αντίθετα, αν η δραστική μείωση των δαπανών συνδυαστεί με βαθιές διαρθρωτικές αλλαγές, μπορεί να αποκτήσει θετικό πρόσημο. Να καθαρίσει τις φλέβες, που μπορούν να αιμοδοτήσουν ένα αναπτυξιακό άλμα, από τις αθηρωματικές πλάκες που τις αποφράσσουν- την παρασιτική, γραφειοκρατική λειτουργία του κράτους, τη διαφθορά που αναπαράγει και την πληθωρική παραοικονομία που συντηρεί και συγκαλύπτει. Και να φέρει στην επιφάνεια τα ανακλαστικά μιας κοινωνίας αλληλεγγύης.
Μένει να αποδειχθεί ότι αυτό που θεωρητικά μοιάζει σωστό είναι και στην πράξη εφικτό. Αλλά αυτό δεν ανήκει στο πεδίο της οικονομετρίας, της οικονομικής ανάλυσης και των προβλέψεων. Ανήκει στο πεδίο της πολιτικής. Και στην ευθύνη της πολιτικής.
Γι΄ αυτό και είναι επείγον να αλλάξει ο πολιτικός ρυθμός, που παραμένει αργός, ασυντόνιστος, διακεκομμένος. Είναι ανάγκη να δούμε μια συμβολική και πραγματική επιτάχυνση των αλλαγών. Και είναι, φυσικά, εξίσου επείγον να ξεπεραστούν τα σημάδια ερασιτεχνικών, αντιφατικών χειρισμών, που εκδηλώνονται με κρούσματα πολυφωνίας και κακοφωνίας, σαν αυτά που πρόσφατα σωρεύτηκαν και πολύ ακριβά στοίχισαν. Και που δικαιολογούν όχι μόνον των κακόπιστων την αμφιβολία για το αν υπάρχει σαφές στρατηγικό σχέδιο σε καιρό οικονομικού πολέμου και η αναγκαία πειθαρχία στην εφαρμογή του, ώστε το παιχνίδι, που όλοι έχουν για χαμένο, να γυρίσει.
Μένει να αποδειχθεί ότι αυτό που θεωρητικά μοιάζει σωστό είναι και στην πράξη εφικτό. Αλλά αυτό δεν ανήκει στο πεδίο της οικονομετρίας, της οικονομικής ανάλυσης και των προβλέψεων. Ανήκει στο πεδίο της πολιτικής. Και στην ευθύνη της πολιτικής.
Γι΄ αυτό και είναι επείγον να αλλάξει ο πολιτικός ρυθμός, που παραμένει αργός, ασυντόνιστος, διακεκομμένος. Είναι ανάγκη να δούμε μια συμβολική και πραγματική επιτάχυνση των αλλαγών. Και είναι, φυσικά, εξίσου επείγον να ξεπεραστούν τα σημάδια ερασιτεχνικών, αντιφατικών χειρισμών, που εκδηλώνονται με κρούσματα πολυφωνίας και κακοφωνίας, σαν αυτά που πρόσφατα σωρεύτηκαν και πολύ ακριβά στοίχισαν. Και που δικαιολογούν όχι μόνον των κακόπιστων την αμφιβολία για το αν υπάρχει σαφές στρατηγικό σχέδιο σε καιρό οικονομικού πολέμου και η αναγκαία πειθαρχία στην εφαρμογή του, ώστε το παιχνίδι, που όλοι έχουν για χαμένο, να γυρίσει.
Είναι επείγον να αλλάξει ο πολιτικός ρυθμός, που παραμένει αργός, ασυντόνιστος, διακεκομμένος. Είναι ανάγκη να δούμε μια συμβολική και πραγματική επιτάχυνση των αλλαγών.
2 σχόλια:
Μου φαίνεται πως αρκετοί αρθρογράφοι με πατριωτικό μεν ενθουσιασμό και καλοπροαίρετα, γράφουν σαν να ήλθαν από άλλο πλανήτη. Είναι δυνατόν στη σημερινή Ελλάδα να πιστεύουν ότι μπορούν να υλοποιηθούν αυτά που εύχονται; Είναι δυνατόν να αλλάξει μία χώρα της οποίας το βασικότερο πρόβλημα είναι του πολιτισμού, με το ύφος και το ήθος των κυβερνώντων π.χ. του κου Πάγκαλου;
Καλή μέρα.
Καλημέρα φίλε Κώστα.
Όταν φτάνεις, όμως, "στο δεν πάει άλλο και δεν έχει παρακάτω", τότε σίγουρα πολλά μπορούν να αλλάξουν.
Δημοσίευση σχολίου